πλανώ — πλανῶ, άω, ΝΜΑ 1. περιφέρω κάποιον ή κάτι εδώ κι εκεί 2. μτφ. εκτρέπω κάποιον από την ορθή οδό, δημιουργώ ψευδή αντίληψη, εξαπατώ, ξεγελώ (α. «δε μέ πλανούν τα λόγια σου / και πλιο πικρά ακόμα», Κρυστ. β. «ἆρ ἔστιν; ἆρ οὐκ ἔστιν; ἤ γνώμη πλανᾷ»,… … Dictionary of Greek
αμπλακίσκω — ἀμπλακίσκω (Α) 1. δεν κατορθώνω, αποτυγχάνω, υπολείπομαι 2. χάνω, στερούμαι 3. διαπράττω σφάλμα ή αμάρτημα, αμαρτάνω, σφάλλω, γελιέμαι. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο ενεστ. είναι νεώτερος σχηματισμός από το απαρέμφ. αορ. β΄ ἀμπλακεῖν. Άγνωστ. ετυμ. Εάν ο αρχικός… … Dictionary of Greek
αποτυγχάνω — κ. τυχαίνω (AM ἀποτυγχάνω) 1. (μτβ.) δεν πετυχαίνω κάτι, αστοχώ 2. (αμτβ.) δεν πετυχαίνω τον σκοπό μου νεοελλ. (μτχ. παθ. πρκμ.) αποτυχημένος, η, ο 1. αυτός που δεν έχει κατορθώσει, δεν έχει πετύχει κάτι 2. (για πρόσωπα) αυτός που έχει ατυχήσει… … Dictionary of Greek
σαν — (I) και σα Ν (μόριο) ΣΥΝΤΑΞΗ ΣΗΜΑΣΙΑ: Ι. (ως ομοιωματικό) 1. (κυρίως με ονόματα σε ονομ. ή αιτ. με ή χωρίς άρθρο ή και με ρήματα) όπως ακριβώς, καθώς (α. «φωνάζει σαν βόδι» β. «σαν τα χιόνια» και «σαν τα μάραθα» λέγεται σε οικείο ή φίλο με την… … Dictionary of Greek
απατώμαι — απατώμαι, απατήθηκα, απατημένος βλ. πίν. 61 Σημειώσεις: απατώμαι : η έννοια διαφοροποιείται από το απατιέμαι σημαίνει κάνω λάθος, γελιέμαι (σε στερεότυπες κυρίως εκφράσεις, του τύπου αν δεν απατώμαι ή απατάσαι αν... κτλ.) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
απατώ — ησα, ήθηκα, ημένος, εξαπατώ, ξεγελώ κάποιον με δόλο: Πολλές φορές τα φαινόμενα μας απατούν. Το μέσ., απατώμαι γελιέμαι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
γελώ — γέλασα, γελάστηκα, γελασμένος 1. εκφράζω αυτό που αισθάνομαι με γέλιο, ξεσπώ σε γέλια: Γέλασα πολύ με το ανέκδοτο που μας είπε. 2. κοροϊδεύω, περιγελώ: Γελάει ο κόσμος με το φέρσιμό σου. 3. εξαπατώ, παραπλανώ: Με γέλασε το αθώο βλέμμα της. 4. το… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
παρανοώ — παρανόησα, παρανοήθηκα, καταλαβαίνω λάθος, παρεξηγώ, πλανιέμαι, γελιέμαι: Οι υποψήφιοι παρανόησαν το θέμα της έκθεσης κι έγραψαν άσχετα πράγματα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)